Ο Tony Chu είναι αστυνομικός και έχει ένα παράξενο μυστικό. Είναι τροφιμο-παθητικός (cibopathic), που σημαίνει πως όταν τρώει κάτι τού έρχεται στο μυαλό η ιστορία του τροφίμου που καταναλώνει. Σημαίνει επίσης ότι είναι τρομερός στη δουλειά του, όσο δεν έχει πρόβλημα να φάει μια μπουκιά από ένα πτώμα για να μάθει ποιος διέπραξε το έγκλημα και γιατί.
Ο Γκρένταλ γράφει μια τρυφερή νουβέλα για την εφηβεία και τα βιώματα της. Οι αναμνήσεις αυτής της περιόδου συντροφεύουν το μεγαλύτερο κομμάτι της ζωής των πρωταγωνιστών. Ο ήρωας-αφηγητής δεν θρηνεί, δεν απελπίζεται, απλά προσπαθεί να καταλάβει
O Έντουαρντ Έστλιν Κάμμινγκς, από τους σημαντικότερους Αμερικανούς ποιητές του 20ού αιώνα, έγραψε τα τρία από τα παραμύθια που περιέχονται στην παρούσα έκδοση ("Ο γέρος που έλεγε γιατί", "Το σπίτι που έφαγε κουνουπόπιτα", "Το κοριτσάκι που το έλεγαν Εγώ") για την κόρη του Νάνσι. Η τέταρτη ιστορία, "Ο ελέφαντας κι η πεταλούδα", πρέπει να γράφτηκε από τον Κάμμινγκς μετά το 1948 για το μικρό του εγγονό.
Η χαμηλόφωνη στοχαστική ματιά πάνω στην Ιστορία που μεθερμηνεύει το τώρα με τη σεμνότητα του παρατηρητή, είναι το χαρακτηριστικό της πρώτης ποιητικής εμφάνισης του φιλολόγου Γιώργου Δ. Μπέτη, με τον σεμνό τίτλο «Απόπειρα Ι».
Η μικρή Λουκία μεγαλώνει στο Μπουένος Άιρες μαζί με τους γονείς της. Έχουν μεταναστεύσει εδώ από τη Θεσσαλονίκη για οικονομικούς λόγους. Δύσκολα τα φέρνουν βόλτα στη νέα τους ζωή. Αλλά δεν τους λείπει η ελπίδα, η εργατικότητα, η υπομονή, η καλή καρδιά. Ώσπου μια υποτίμηση του εθνικού νομίσματος της Αργεντινής θα αναγκάσει τον πατέρα να μπαρκάρει.
Λίγο έξω από την Κερύνεια ζει η οικογένεια Οικονομίδη. Ο μικρότερος γιος, ο Λουκής, μεγαλώνει με την Πραξούλα και ο δεσμός τους είναι εξαιρετικά ισχυρός. Όταν ένας αδερφός του σκοτώνεται από τους Βρετανούς, ο έφηβος Λουκής βρίσκει παρηγοριά στην αγκαλιά της Πραξούλας, αλλά, όταν αυτή σε μια στιγμή απερισκεψίας τον αρνείται, γίνεται μέλος της ΕΟΚΑ.