Ο Δημήτρης Αλεξίου αποφοίτησε το 1995 από τη Νομική Σχολή Αθηνών, όπου σπούδασε Νομικές Επιστήμες. Είναι δικηγόρος και ζει στην Αθήνα. ‘’Τα Αμαρτωλά Θαύματα’’ είναι το δεύτερο ανθρωποκεντρικό μυθιστόρημά του μετά τα ‘’Πικρά Κεράσια’’ που εκδόθηκε το 2008.
Ιστορίες που αλληλοεμπλέκονται αλλά που τελικά έχουν ένα κοινό σημείο συνιστούν την υπόθεση του βιβλίου. Ο ήρωας της πρώτης ιστορίας, ο Στέλιος, φτάνει αλλόφρων στο μοναστήρι της Παναγιάς της Χορταρούς, όπου βρίσκει στοργή και φιλοξενία από τον ηγούμενο της μονής, Διόδωρο, και τελικά γίνεται μοναχός. Το νέο του όνομα είναι Σιμών. Ένιωσε την ανάγκη να γίνει μοναχός μετά το θαύμα που συντελέστηκε αφού προσευχήθηκε στην Παναγία. Από την άλλη μεριά, η Μαρία γεννήθηκε μουγκή και έζησε κάποια βίαια γεγονότα στην παιδική της ηλικία, όπως βιασμό. Αυτός ήταν ο λόγος που κατέφυγε στο μοναστήρι και έγινε μοναχή.
Μετά από τις ιστορίες αυτές, στο δεύτερο μέρος, η Ζωή, φιλόδοξη δημοσιογράφος, επισκέπτεται το μοναστήρι για να κάνει ρεπορτάζ αλλά και να διερευνήσει αν και κατά πόσο ήταν άγιος ο Σιμών Στο τέλος αποκαλύπτεται ότι τα θαύματα είτε είναι αποτέλεσμα παραισθησιογόνων μανιταριών είτε άλλων παραγόντων που δημιουργούνται λόγω συμφερόντων.
Η σφριγηλή πλοκή του μυθιστορήματος βοηθά τις ιστορίες που διασταυρώνονται να αναδειχθούν και να προβληθούν τα κοινά τους σημεία. Στην αρχή ο τρόπος γραφής του συγγραφέα θυμίζει έναν παλιό τρόπο αφήγησης ιστοριών, αλλά αυτό γίνεται σκόπιμα από το συγγραφέα και είναι καθαρά επιλογή του για να δημιουργήσει την ατμόσφαιρα που έχει φανταστεί. Όσον αφορά τη θεματική και το περιεχόμενο, ο συγγραφέας αναφέρεται στη θρησκευτική ζωή με καλοπροαίρετη διάθεση, χωρίς ιδεοληψίες και φανατισμό. Τα συμπεράσματά του όσον αφορά τα θαύματα δεν προσβάλλουν το θρησκευτικό αίσθημα, καθώς αναφέρεται πιο πολύ στις ανάγκες όσων θέλουν να πιστεύουν σε αυτά και στη βαθιά πίστη των μοναχών. Οι μοναχοί πιστεύουν στα θαύματα και ο σκοπός της ζωής τους είναι η αγάπη προς τον πλησίον και η προσφορά βοήθειας. Τα θαύματα, σύμφωνα με τον ηγούμενο Διόδωρο, είναι προσωπική υπόθεση του καθενός και όχι αφορμή για μεγαλεία ή πομπώδεις εκδηλώσεις. Είναι εσωτερικό βίωμα και όχι βιτρίνα και επιδειξιμανία. Ο συγγραφέας εμβαθύνει στην έννοια του θαύματος και στη σημασία που έχει για τον καθένα μας ως εσωτερικό βίωμα, ως κάτι πραγματικό και όχι τεχνητό. Η ανάγκη για αναζήτηση της αλήθειας είναι αυτό που πρέπει να υπηρετεί ο καθένας μας αν θέλει να βιώνει καθημερινά θαύματα που θα αλλάζουν τη ζωή του προς το καλύτερο.